Η παιδική επιθετικότητα είναι ένα από τα προβλήματα που πολλές φορές καλούνται να αντιμετωπίσουν οι γονείς, καθώς ενέχει κοινωνικούς κινδύνους, όπως ο αποκλεισμός του παιδιού τους, όσο και σωματικούς όπως ένας πιθανός αυτοτραυματισμός ή η πρόκληση σωματικής βλάβης σε κάποιον άλλο. Ωστόσο, προκειμένου να αντιμετωπίσεις το οτιδήποτε, πρέπει αρχικά να το εντοπίσεις, να το αναγνωρίσεις, να το αναλύσεις και κατόπιν να προσπαθήσεις να το επιλύσεις.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τα δύο δίπολα που χαρακτηρίζουν τη ζωή μας είναι το σεξ, που εκφράζεται με τη ζωή, και η βία, που εκφράζεται με το θάνατο. Συνεπώς, η επιθετικότητα είναι ένα απολύτως φυσικό ένστικτο που υπάρχει σε όλους μας. Το πρόβλημα έγκειται στους ανθρώπους που δεν μπορούν να μετατρέψουν το ένστικτο σε ενόρμηση, δεν μπορούν δηλαδή να ‘τιθασεύσουν’ την επιθετικότητά τους και να τη μετατρέψουν σε μια πιο λειτουργική μορφή.
Οι παράγοντες που κάνουν κάποιον περισσότερο ή λιγότερο επιθετικό ποικίλουν. Όσον αφορά στα παιδιά, από τα πρώτα λεπτά της γέννησής τους εκφράζουν το μοναδικό ταμπεραμέντο τους. Άλλα είναι εύκολα, άλλα είναι φοβισμένα άλλα ευερέθιστα και ούτω καθεξής. Αρκετές φορές τυχαίνει το δικό μας ταμπεραμέντο να διαφέρει από εκείνο του παιδιού μας, για παράδειγμα εμείς να είμαστε πολύ ήρεμοι και το μωράκι μας να κλαίει με τον παραμικρό θόρυβο. Όπως και να έχει οφείλουμε να σεβαστούμε το έμφυτο ταμπεραμέντο του παιδιού μας, ανεξάρτητα από το αν ο ναρκισσισμός μας θέλει να το μετατρέψει σε μια προέκταση του εαυτού μας.
Ένας άλλος παράγοντας έκφρασης της παιδικής επιθετικότητας είναι η οικογένεια. Γεγονότα όπως η γέννηση ενός καινούριου παιδιού, η αλλαγή κατοικίας ή σχολείου, κάποιος θάνατος ή ένα διαζύγιο και ο τρόπος με τον οποίο τα χειρίζεται η οικογένεια μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του παιδιού. Δε πρέπει να ξεχνάμε ότι τα παιδιά είναι οι μεγαλύτεροι μιμητές μας. Αν λοιπόν αντιδράσουμε με θυμό σε κάποια πράξη του παιδιού μας, είναι πολύ πιθανό να εκφράσει και εκείνο επιθετικότητα σε κάποια πράξη που δε θα του αρέσει.
Η κοινότητα και το περιβάλλον μέσα στα οποία μεγαλώνει ένα παιδί έχουν επίσης καταλυτική σημασία. Μια γειτονιά που έχει χώρους άθλησης, πάρκα, παιδικές χαρές, γενικότερα μέρη που μπορεί το παιδί, πάντα υπό την επίβλεψη κάποιου ενήλικα, να εκτονώσει την ενέργειά του με τρόπο διασκεδαστικό και λειτουργικό, βοηθά τα παιδιά να ελέγξουν την επιθετικότητά τους. Από την άλλη αν στο σχολείο του παιδιού μας υπάρχουν περιστατικά επιθετικότητας είναι πολύ πιθανό εκείνο να επηρεαστεί από το περιβάλλον του. Η παιδική επιθετικότητα μπορεί επίσης να οφείλεται σε έλλειψη δεξιοτήτων και αυτοελέγχου, στον ενθουσιασμό ή στην απογοήτευσή, συναισθήματα που τους είναι δύσκολο να εκφραστούν με λέξεις.
Τέλος η τηλεόραση, τα βιντεοπαιχνίδια και τέτοιου είδους ερεθίσματα που καθορίζουν τα πρότυπα που προωθούμε στα παιδιά μας είναι θεωρούνται ύποπτα για επιθετικές συμπεριφορές. Αν εμείς επιτρέπουμε στο παιδί μας να παρακολουθήσει για παράδειγμα κινούμενα σχέδια που είναι βίαια το παιδί είναι πιθανό να θεωρήσει τη βία ως αποδεκτή και ανεκτή και κατόπιν να υιοθετήσει μια βίαιη συμπεριφορά.
Πίσω από κάθε πράξη ενός παιδιού κρύβεται μια αιτία. Μη βιαστείτε λοιπόν να χαρακτηρίσετε το παιδί σας βίαιο ή επιθετικό. Παρατηρήστε τη συμπεριφορά του, προσπαθήστε να δείτε τι την πυροδοτεί και ανεξάρτητα από το αν η ηλικία του το επιτρέπει συζητήστε μαζί του. Τα παιδιά καταλαβαίνουν περισσότερα από όσα νομίζουμε.